Προχτές συνέβη κάτι εκπληκτικά ελληνικό. Ήρθε το εκκαθαριστικό της εφορίας του πατέρα μου. Κι εκεί που όλα μοιάζαν μίζερα...ξαφνικά είχε 250 ευρώ επιστροφή. Αρχίσαμε να ελπίζουμε πως η χώρα αυτή, ακόμη αγαπάει κατά βάθος τα παιδιά της. Η σύνταξη του πατέρα είχε αισίως τελειώσει και ο άφραγκος άνθρωπος πετάχτηκε ως την εφορία να παραλάβει. Αμ πως! Πατήσανε στο σύστημα και βρήκαν μια οφειλή. Κάποιο από αυτά τα αλληλέγγυα επιδόματα που δίναμε για τον συνάνθρωπο, αν θυμάστε, ο πατέρας μου το είχε παρακάμψει γιατί είπε να δείξει λίγη αλληλεγγύη στον εαυτό του μιας και βράζει κι αυτός στο ίδιο καζάνι που βράζουν οι μισοί -και μη λέω και λίγοι- Έλληνες. Στην οριακά οικονομική ισορροπία της μικροαστικής τάξης, που χαρακτηρίζεται και ως ανέχεια αλλά ακόμη βαστάμε για την κακομοίρα τη μάνα μας.
Του κράτησαν λοιπόν τα 230 ευρώ και του δώσανε κι ένα 20ευρω να πιει έναν καφέ βρε αδερφέ, μια μπύρα, κάτι τελοσπάντων στην υγειά τους. Πώς λέει η γιαγιά στον άνεργο εγγονό: Πάρε αγόρι μου να πιεις μια μπύρα και να ξεδώσεις από το άγχος της ανεργίας; Έτσι και η εφορία είπε στο μπαμπά μου: Πάρε και 20 ευρώ και μη μας κάνεις και τίποτις σαματά γιατί αν ψάξουμε λίγο καλύτερα κάπου θα είναι να τα δώσεις κι αυτά. Κι ήρθε ο άνθρωπος ερείπιο όρθιο και κάτσαμε να πιούμε έναν καφέ. Εγώ τον κέρασα, γιατί στεναχωρΕθηκα. Βρε μη στεναχωριέσαι, να του λέω, εγώ. Ουφ και ουφ αυτός. Έτσι είναι η ζωή πια σε αυτή τη χώρα. Εκεί που ελπίζεις πως έφτασες στο τέλος της πίστας, κόβεις κορδέλα και όλο τρέλα, μανία, νεύρα και θυμό, πιάνεις την συνέχεια της πίστας και μπαίνεις σε απέραντη διαδρομή που σου σφίγγει τη καρδιά το άγχος του δε θα φτάσω ποτέ ή του πότε επιτέλους θα δω μια άσπρη μέρα;
Κι ύστερα άναψα την τηλεόραση. Στο τρίμηνο, την ανάβω μια φορά, γιατί φοβάμαι μη χαλάσει. Και πέτυχα πάνω στον Κωστόπουλο. Δεν έχω λόγια. Μόνο μια λέξη μπορεί να χαρακτηρίσει αυτό που σκέφτομαι: Ε Λ Ε Ο Σ! Λυπηθείτε μας χριστιανοί.
Πριν λίγο καιρό μας πρήξανε με εκείνες τις διαφημίσεις για σουτιέν που κρατάνε το στήθος έτσι, πέρα, δώθε, ψηλά, σταθερά,τουρλωτά. Τώρα αφήσανε τα βυζιά και πιάσανε τα βρακιά. Και να η κιλότα μέχρι τον λαιμό να σφίγγει, να συσφίγγει, να σου κόβει τον αέρα. Βρε αν δε ράψεις το στόμα σου, τί να σου κάνει και ένα βρακί; Πλάκα μας κάνουν;
Και τώρα αρχίζει το ρεζουμέ και ο λόγος που αποφάσισα να κάνω τούτη εδώ την ανάρτηση. Όποιος πίστεψε πως τα Cοulair μου θα μέναν άστεγα, πλανεύτηκε οικτρά. Βρήκα οικεία, αγαπημένη, παλιά, ενδιαφέρουσα στέγη και θα ξεκινήσω εντός Νοεμβρίου. Τα Coulair μου είναι απέθαντα. Αυτά και ο Μητσοτάκης. Στοιχειώνουν εμένα πρώτα, ελπίζω κι εσάς και αποφάσισα να τους δώσω σάρκα και οστά πάλι. Θες γιατί μου λείψατε; Θες γιατί είμαι ψώνιο; Θες γιατί έχω πολλά να πω; Θες γιατί είμαι ψώνιο; Θες γιατί είμαι ψώνιο; Ε, καλά! Μπορεί να είμαι και λίγο ψώνιο, αλλά καλά περνάμε.
Αφήστε τις Τετάρτες σας στις 10 αδειανές. Έ Ε Ε ρχομαι. Για να γελάσουμε, να σχολιάσουμε, να καυτηριάσουμε πάσης φύσεως κακώς και καλώς κείμενα, να συζητήσουμε, να σας κάνω δωράκια, να ακούμε και τραγουδάκια και να βρούμε εκείνο το γέλιο που πάνε μετά βίας να μας αρπάξουν.
Coulair λοιπόν με την Coula Cou, τον Νοέμβριο κοντά σας. Θα σας ενημερώσω για όλα όταν θα πάμε για πρεμιέρα. Θεε μου, πόσες πρεμιέρες μετράω; Ας είναι. Πάμε και φύγαμε και προχωράμε με χαμόγελο και καλή διάθεση για έναν υπέροχο Χειμώνα, με υπέροχα κουνούπια και υπέροχη ζέστη.
Φιλιά πολλά
Να προσέχετε.
Του κράτησαν λοιπόν τα 230 ευρώ και του δώσανε κι ένα 20ευρω να πιει έναν καφέ βρε αδερφέ, μια μπύρα, κάτι τελοσπάντων στην υγειά τους. Πώς λέει η γιαγιά στον άνεργο εγγονό: Πάρε αγόρι μου να πιεις μια μπύρα και να ξεδώσεις από το άγχος της ανεργίας; Έτσι και η εφορία είπε στο μπαμπά μου: Πάρε και 20 ευρώ και μη μας κάνεις και τίποτις σαματά γιατί αν ψάξουμε λίγο καλύτερα κάπου θα είναι να τα δώσεις κι αυτά. Κι ήρθε ο άνθρωπος ερείπιο όρθιο και κάτσαμε να πιούμε έναν καφέ. Εγώ τον κέρασα, γιατί στεναχωρΕθηκα. Βρε μη στεναχωριέσαι, να του λέω, εγώ. Ουφ και ουφ αυτός. Έτσι είναι η ζωή πια σε αυτή τη χώρα. Εκεί που ελπίζεις πως έφτασες στο τέλος της πίστας, κόβεις κορδέλα και όλο τρέλα, μανία, νεύρα και θυμό, πιάνεις την συνέχεια της πίστας και μπαίνεις σε απέραντη διαδρομή που σου σφίγγει τη καρδιά το άγχος του δε θα φτάσω ποτέ ή του πότε επιτέλους θα δω μια άσπρη μέρα;
Κι ύστερα άναψα την τηλεόραση. Στο τρίμηνο, την ανάβω μια φορά, γιατί φοβάμαι μη χαλάσει. Και πέτυχα πάνω στον Κωστόπουλο. Δεν έχω λόγια. Μόνο μια λέξη μπορεί να χαρακτηρίσει αυτό που σκέφτομαι: Ε Λ Ε Ο Σ! Λυπηθείτε μας χριστιανοί.
Πριν λίγο καιρό μας πρήξανε με εκείνες τις διαφημίσεις για σουτιέν που κρατάνε το στήθος έτσι, πέρα, δώθε, ψηλά, σταθερά,τουρλωτά. Τώρα αφήσανε τα βυζιά και πιάσανε τα βρακιά. Και να η κιλότα μέχρι τον λαιμό να σφίγγει, να συσφίγγει, να σου κόβει τον αέρα. Βρε αν δε ράψεις το στόμα σου, τί να σου κάνει και ένα βρακί; Πλάκα μας κάνουν;
Και τώρα αρχίζει το ρεζουμέ και ο λόγος που αποφάσισα να κάνω τούτη εδώ την ανάρτηση. Όποιος πίστεψε πως τα Cοulair μου θα μέναν άστεγα, πλανεύτηκε οικτρά. Βρήκα οικεία, αγαπημένη, παλιά, ενδιαφέρουσα στέγη και θα ξεκινήσω εντός Νοεμβρίου. Τα Coulair μου είναι απέθαντα. Αυτά και ο Μητσοτάκης. Στοιχειώνουν εμένα πρώτα, ελπίζω κι εσάς και αποφάσισα να τους δώσω σάρκα και οστά πάλι. Θες γιατί μου λείψατε; Θες γιατί είμαι ψώνιο; Θες γιατί έχω πολλά να πω; Θες γιατί είμαι ψώνιο; Θες γιατί είμαι ψώνιο; Ε, καλά! Μπορεί να είμαι και λίγο ψώνιο, αλλά καλά περνάμε.
Αφήστε τις Τετάρτες σας στις 10 αδειανές. Έ Ε Ε ρχομαι. Για να γελάσουμε, να σχολιάσουμε, να καυτηριάσουμε πάσης φύσεως κακώς και καλώς κείμενα, να συζητήσουμε, να σας κάνω δωράκια, να ακούμε και τραγουδάκια και να βρούμε εκείνο το γέλιο που πάνε μετά βίας να μας αρπάξουν.
Coulair λοιπόν με την Coula Cou, τον Νοέμβριο κοντά σας. Θα σας ενημερώσω για όλα όταν θα πάμε για πρεμιέρα. Θεε μου, πόσες πρεμιέρες μετράω; Ας είναι. Πάμε και φύγαμε και προχωράμε με χαμόγελο και καλή διάθεση για έναν υπέροχο Χειμώνα, με υπέροχα κουνούπια και υπέροχη ζέστη.
Φιλιά πολλά
Να προσέχετε.