Κυριακή 20 Ιουλίου 2025

Παραλίας καμώματα (I)

Κυριακή σήμερα και όπως κάθε κλασική ελληνική οικογένεια, έτσι κι εμείς, συγκεντρώσαμε τον εξοπλισμό μας και πήγαμε παραλία. Κι όταν λέμε εξοπλισμό, εννοούμε, ομπρέλες, καρέκλες, τραπεζάκια, ψυγειάκια, φαγητάκια, νερά, αναψυκτικά, μπύρες, φρούτα, παιχνίδια για τα παιδιά, στρώματα θαλάσσης, ρακέτες, μπάλες, τσάντες, πετσέτες, αντηλιακά, αντικουνουπικά, ηρεμιστικά....

Έχει πολλή πλάκα στη παραλία. Τουλάχιστον εκεί που πάω εγώ κάπου μεταξύ Κορινθιακού και Σαρωνικού. Οικογένειες παντού, απλωμένες στη παραλία με τα χειροποίητα τσαντίρια τους, με τα παιδάκια να τρέχουν εδώ κι εκεί, με τα σκυλιά τους και όλα τα κουζινικά τους. Είδα μετά από πολλά χρόνια κι ένα καρπούζι χωμένο στην ακροθαλασσιά για να παγώσει. Τα κάναμε κι εμείς αυτά παλιά στα camping που σέρναμε τα κορμιά μας. 

Δεν πάει πίσω η δική μου οικογένεια. Ο ανιψιός μου κάνει σαν μανιασμένο σκυλί μέσα στη θάλασσα. Τι βουτιές, τι πατητές, τι κωλοτούμπες. Ηρέμησε, ρε Βαγγέλη, του λέω κάποια στιγμή. Θα πνιγείς αγόρι μου. Τι λες, ρε θεία, μου λέει. Εγώ είμαι δεινός κολυμβητής. Που το άκουσε τώρα το δεινός κολυμβητής και το πέταξε έτσι απότομα, ούτε και ξέρω. Μη μας βρέχεις ρε παιδί μου, του λέω! Βρεγμένες είστε ήδη, λέει ειρωνικά. 

Η μεγάλη, η Αιμιλία, μπαίνει στη θάλασσα λες και ετοιμάζεται για φωτογράφιση. Με το μαγιό της το εντυπωσιακό, έφηβη πια, μπαίνει ως τα γόνατα και μετά το παίζει γοργόνα. Και δε κάνει βουτιές γιατί κάπου στο Τικ Τοκ άκουσε πως τα μαλλιά τα καταστρέφει η θάλασσα και ο ήλιος. Βρε μπες μέσα, να δροσιστεί η κεφάλα, να αναθαρρήσει ο εγκέφαλος! Τίποτα αυτή. Σαν την μαντάμ Σουσού! Μυγιάγγιχτη και ψηλομύτα. 

Τι τα θες. Έτσι είναι τα παιδιά. Και μετά από καμιά ώρα που κολυμπάμε και βγαίνουμε αποκαμωμένοι, να βλέπω τη μάνα τους με το τριφτήρι για τις πατούσες να ξύνει νεκρό δέρμα. Εδώ ήρθες να κάνεις πεντικιουρ; Της λέω. Έχω κι άλλο τριφτήρι, μου λέει. Θες; Και βέβαια θέλω, φέρε. Το δέρμα έχει μαλακώσει από τη θάλασσα και είναι η καλύτερη ευκαιρία να φτιάξουμε φτέρνες μωρού παιδιού. Ευτυχώς είναι όλοι γυρισμένοι και δε μας βλέπουν. 

 Κι όσο εμείς καλωπίζουμε τις φτέρνες μας, ο μικρός έχει χλαπακιάσει ό,τι υπάρχει και δεν υπάρχει απο σνακ. Σιγά, του λέμε, Βαγγέλη, θα πνιγείς. Αυτός τσαντίζεται. Δηλαδή εγώ, λέει ή θα πνιγώ στη θάλασσα ή θα πνιγώ από το φαγητό; Οχι, του λέω, παίζει να σε πνίξουμε κι εμείς με τα χέρια μας. Η ορεξή του απέραντη μετά το μπάνιο. Η μεγάλη, δεν πεινάει. Δεν τρώει. Προσέχει. Κάνει και γυμναστική μέσα στο καλοκαίρι. Αιμιλία, θες φρούτο; Οχι. Αιμιλία, θες χυμό; Οχι. Αιμιλία, θες μια μπάρα δημητριακών; Οχι. Αιμιλία, δε μας χέζεις;. Ναι. Γυρνάει και χάνεται στον κόσμο του Ινσταγκραμ που μόλις φέτος της επιτρέψαμε να ανοίξει και να ανακαλύψει. Και μάλλον, το έχουμε μετανιώσει ήδη.  

 Επειδή τώρα φύγαμε από τη παραλία και πάμε να φάμε σαν άνθρωποι πίτσα κλπ κολασμένα πιάτα, θα συνεχίσω σε part ΙΙ τα υπόλοιπα couλά παρατράγουδα.

Να περνάτε όμορφα! 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Πες μια cουλαμάρα κι εσύ....Μπορείς!!!